«[Οι πράξεις της] είναι αντίθετες με την ειλικρίνεια του γυναικείου φύλου, απαγορευμένες από τον θεϊκό νόμο, κατακριτέες από τον Θεό και τους ανθρώπους και υπό την τιμωρία του αναθεματισμού από εκκλησιαστικά διατάγματα, όπως η ένδυση με κοντά, στενά και ανήθικα ανδρικά ρούχα……είναι άλλωστε γνωστό, ότι όταν αιχμαλωτίστηκε, φορούσε ένα φαρδύ χρυσό μανδύα, ένα καπέλο στο κεφάλι και τα μαλλιά της ήταν κομμένα στρογγυλά, όπως κάνουν οι άντρες. Και γενικά, έχοντας εγκαταλείψει όλη την γυναικεία ευπρέπεια, όχι μόνο στα μέτρα της γυναικείας ταπεινότητας, αλλά και σε αυτά των σωστά αναθρεμμένων ανδρών, φορούσε τα ρούχα και τα ενδύματα που φορούν οι πιο ανήθικοι άνδρες…..[Αυτό] είναι βλασφημία για τον Κύριο μας και τους Αγίους Του, ακύρωση των ιερών διαταγμάτων, παραβίαση των αρχών των νόμων, σκάνδαλο για το φύλο της και την γυναικεία αξιοπρέπεια, παρέκκλιση από κάθε είδους σεμνότητα που αφορά την εμφάνιση, και στην ουσία την έγκριση και την ενθάρρυνση των πιο διεφθαρμένων παραδειγμάτων συμπεριφοράς.»
Οι δικαστές συνοψίζοντας την κατάθεση της Ιωάννας είπαν: «Μας είπατε ότι με εντολή του Θεού, φορούσατε συνεχώς ανδρικά ρούχα, την κοντή τήβεννο, σακάκι και κάλτσα ποδιού δεμένη σε σημεία, όπως επίσης είχατε κοντά μαλλιά, κομμένα στρογγυλεμένα πάνω από τα αυτιά, μην αφήνοντας τίποτα να δείχνει ότι είσαστε γυναίκα και σε αρκετές περιπτώσεις μεταλάβατε ντυμένη με αυτό τον τρόπο, παρόλο που είχατε συχνά προειδοποιηθεί να τα εγκαταλείψετε, πράγμα το οποίο αρνηθήκατε να κάνετε, λέγοντας ότι προτιμούσατε να πεθάνετε, όντας σε συνέπεια με το θέλημα του Θεού.»
Ανακηρύχθηκε αμετανόητη, δίνοντας την δυνατότητα στο δικαστήριο την κατ’ όνομα αιτιολογία για την καταδίκη της (Μόνο όσοι είχαν υποπέσει στο ίδιο αμάρτημα μπορούσαν να καταδικαστούν σε θάνατο από το δικαστήριο που διεξήγαγε την ανάκριση).
Η Ιωάννα της Λωραίνης εκτελέστηκε επειδή ανακάλεσε την απόφαση να μην φοράει ανδρικά ρούχα στην φυλακή- χωρίς αμφιβολία, εξαναγκάστηκε να βγάλει τα γυναικεία της ρούχα, ενώ στην θέση τους βρέθηκαν ανδρικά. Πρέπει κανείς να αναλογιστεί ότι αυτό το αμόρφωτο κορίτσι από αγροτική οικογένεια είχε ταλαιπωρηθεί και ανακριθεί (είχε ακόμη και απειληθεί με βασανιστήρια) για μήνες από επιτελείο νομικών και θεολόγων και το θέμα των ανδρικών ρούχων ήταν το βασικό επιχείρημα με το οποίο μπόρεσαν να την στείλουν στην πυρά.
«[Her actions] are contrary to the honesty of womankind, forbidden by divine law, abominable to God and man, and prohibited under penalty of anathema by ecclesiastical decrees, such as the wearing of short, tight, and dissolute male habits… it is notorious that when she was captured she was wearing a loose cloak of cloth of gold, a cap on her head and her hair cropped round in man’s style. And in general, having cast aside all womanly decency, not only to the scorn of feminine modesty, but also of well-instructed men, she had worn the apparel and garments of most dissolute men… [This] is blasphemy of Our Lord and His saints, setting at nought the divine decrees, infringement of canon law, the scandal of her sex and womanly decency, the perversion of all modesty of outward bearing, the approbation and encouragement of most reprobate examples of conduct.”
The judges summarized Joan’s testimony by saying, “You have said that, by God’s command, you have continually worn man’s dress, wearing the short robe, doublet, and hose attached by points; that you have also worn your hair short, cut ‘en rond’ above your ears with nothing left that could show you to be a woman; and that on many occasions you received the Body of our Lord dressed in this fashion, although you have been frequently admonished to leave it off, which you have refused to do, saying that you would rather die than leave it off, save by God’s command.”
She was declared “relapsed”, giving the court nominal justification to have her execute (“Only those who had relapsed— that is, those who having once adjured their errors returned to them— could be condemned to death by a tribunal of the Inquisition and delivered for death.”).
Jeanne d’ Arc was executed under the grounds she “recanted“ her abomination of wearing men’s clothes in prison- when undoubtedly she had been forcibly stripped of her women’s clothing and men’s clothes left in their place. Consider that this uneducated peasant girl had been harassed and interrogated (including the threat of torture) for months by a cadre of jurists and theologians and wearing men’s clothing was the only thing they could burn her by.